Βαθμολογία: 8/10
Είδος: Θρίλερ, Δραματική
Σκηνοθεσία: Φίλιπ Ρίντλεϊ
Σενάριο: Φίλιπ Ρίντλεϊ
Πρωταγωνιστούν: Βίργκο Μόρτενσεν, Λίντσεϊ Ντάνκαν, Τζέρεμι Κούπερ, Σίλα Μουρ,
Διάρκεια: 95
Χώρα: Αγγλία, Καναδάς
Έτος: 1990
Extras: Τρέιλερ
Τί;
Τη δεκαετία του `50, ένα μικρό αγόρι προσπαθεί να επιβιώσει στην αγροτική ζωή ενώ με τη φαντασία του δημιουργεί διάφορα σενάρια. Επηρρεασμένος από τον πατέρα του, που του αφηγείται ιστορίες με βρικόλακες, το μικρό αγόρι αρχίζει να πιστεύει ότι η χήρα που μένει κοντά στο σπίτι τους είναι βρικόλακας, και προσπαθεί να προστατέψει τον μικρό του αδερφό απ` αυτήν. Συγχρόνως είναι υποχρεωμένος να αντιμετωπίσει τη βάναυση μητέρα του, τον πατέρα του που κατηγορείται για σεξουαλική παρενόχληση και μια παρέα νέων που σπέρνουν παντού τον όλεθρο…
Tο ντεμπούτο του Βρετανού ακριβοθώρητου σκηνοθέτη Φίλιπ Ρίντλεϊ (δύο μόνο μεγάλου μήκους ταινίες πριν στραφεί στο θέατρο) στέκει σήμερα ως ένα από τα πλέον ενδελεχή έργα με θέμα τον εφιάλτη που ακούει στο όνομα...παιδική ηλικία. Σε αστραφτερή επανέκδοση μετά από 18 χρόνια, το πολυβραβευμένο cult νουάρ-θρίλερ έρχεται να διδάξει πως ένα φιλμ, έξω από mainstream ευκολίες, μπορεί να μην είναι ανώδυνο για τον θεατή, αλλά να σε στριφογυρίζει στην θέση σου λόγω διάχυτου κυνισμού. Με μια αρχή ταινίας άκρως ερεθιστική που υπόσχεται πολλά : τρία πιτσιρίκια βασανίζουν ένα βάτραχο, φουσκώνοντάς τον και αυτός εκρήγνυται γεμίζοντας εντόσθια μια περαστική!!! Ο Ρίντλεϊ με αμπαλάζ ένα ζοφερό στυλιζάρισμα κάνει μια ταινία για την παιδική αθωότητα και φαντασία, δίχως ίχνος λυρισμού και νοσταλγίας, με συνεχείς αναφορές στον βαμπιρικό μύθο. Τα κάδρα του (με το βρώμικο κοντράστ της ευρυγώνιας φωτογραφίας του Ντικ Ποπ) παραπέμπουν σε μια θρησκευτικού τύπου άχρονη και απροσδιόριστη γεωγραφικά, παραβολή για τη βίαιη ενηλικίωση, ενόσω η κάμερα του κολλάει στο βλέμμα του μικρόυ ήρωα (ο νεαρός Τζέρεμι Κούπερ κλέβει την παράσταση από τον συναισθηματικά γκροτέσκο φιλμικό «αδερφό» του Βίγκο Μόρτενσεν), παρομοιάζοντας μ’ αυτόν τον τρόπο, τα παιδικά χρόνια με ένα καθρέφτη τοποθετημένο με απόλυτη συμμετρία απέναντι στην εικόνα του παραδείσου. Το ίδιο μαρτυρά και ο αγγλικός τίτλος του φιλμ «The Reflecting Skin», ο οποίος αναφέρεται στο φαινόμενο του αντικατοπρισμού και στον παράδεισο ως μια ανεστραμμένη εικόνα της κόλασης.
«Το Διάφανο Δέρμα» μπορεί και πρέπει να ιδωθεί και ως ένα ξέφρενο στην αμερικάνικη ύπαιθρο, road movie στην τραγωδία της ενηλικίωσης και μετάλλαξης από την αθωότητα στην περίοδο του «αίματος». Και όλα αυτά με ισόποσες, μαεστρικά τοποθετημένες, ποσότητες σεξουαλικής διαστροφής και σαρδόνιου κατάμαυρου χιούμορ. Αλλά και ένας φόρος τιμής στον συμβολισμό του Ντέιβιντ Λιντς και στο «Μπλέ Βελούδο» του. Με μια λιτή αφήγηση, που συνεχώς κλιμακώνεται μουσικά από τον Νικ Μπικά, ο σκηνοθέτης αφηγείται με άφατο πεσιμισμό, μια δαιδαλώδη ιστορία θρησκευτικού φανατισμού, λανθάνουσας σεξουαλικότητας, προκαταλήψεων και πολιτικής ορθότητας. Η όλη του κοσμοθεωρία συμπυκνώνεται στην εξής στιχομυθία : «Γιατί δεν παίζεις με τους φίλους σου;», ρωτάει ο Μόρτενσεν το μικρό του αδελφό, για να πάρει την πληρωμένη απάντηση: «είναι όλοι νεκροί». Στο σύμπαν του Ρίντλει μόνο η ερωτική ενστικτώδη επιθυμία επιβιώνει. Αλίμονο όμως για λίγο, πριν καταλήξει και αυτή στο θάνατο. Με πλήθος σκηνών να περνούν στο libro d’ oro του κινηματογράφου (όπως αυτή με τις υγρές αναμνήσεις ενός νεκρού που χωράν σε ένα μπουκαλάκι), ετούτο το φιλμ κατατάσσεται στα πιο επιδραστικά του είδους. Μαζί με το “Butcher Boy” του Τζόρνταν, το «Stand by me” και το «Tideland” του Τέρι Γκίλιαμ.
(Π.Α)