Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2009

Κριτική Ταινιών Πρώτης Προβολής...5

ΤΙ ΑΠΕΓΙΝΕ Η ΕΛΙ
(ABOUT ELLI)


Σκηνοθεσία: Ασγκάρ Φαραντί
Παίζουν: Γκολσιφτέ Φαραχανί, Σαχάμπ Χοσεϊνί, Ταρανέ Αλιντουστί
Διάρκεια: 119’

Μία από τις πιο συναρπαστικές κινηματογραφικές εμπειρίες των τελευταίων χρόνων. Στο προσκήνιο επιστρέφει το σινεμά των μεγάλων δημιουργών. Ανανεωμένο και εμπνευσμένο. Το «Τι απέγινε η Έλι» (αργυρή Άρκτος σκηνοθεσίας στο Βερολίνο) του Ιρανού Ασγκάρ Φαραντί είναι ένα φιλμ που ξεφεύγει από την παραδοσιακή θεματολογία της «ρακένδυτης» ιρανικής κινηματογραφίας. Είναι μια σπουδή στην αποξένωση μακριά από tribal αναφορές και ηθικοπλαστικά διδάγματα. Ένα σαββατοκύριακο τέσσερα ζευγάρια μαζί με τα παιδιά τους καταλήγουν σ΄ ένα σπίτι δίπλα στη θάλασσα. Όλοι παντρεμένοι. Εκτός από τον Αχμάντ και την Έλι, η οποία εξαφανίζεται ως δια μαγείας. Αινιγματικά. Ίσως πνίγηκε ίσως έφυγε (οι πιο προσεκτικοί θα θυμηθούν το τέχνασμα ετούτο στο «Κάτω απ’την άμμο» του Οζόν)…Κανείς δεν γνωρίζει ότι είναι λογοδοσμένη και δυστυχισμένη με τον αρραβωνιαστικό της. Κάποια στιγμή καταφτάνει και αυτός…

Το ρεζερβουάρ της κινηματογραφικής μηχανής του Φαραντί έχει φουλάρει. Καταλύτης η εξαφάνιση της Έλι, με διαφορετικές επιπτώσεις σε καθένα από τα μέλη της παρέας. Πυροδοτεί ψυχολογικές εντάσεις. Η ανεμελιά της αρχής δίνει τη θέση της σε ένα δράμα με επίκεντρο τη γυναίκα και κάδρο τον θεσμό της οικογένειας στο σύγχρονο Ιράν. Η φαινομενική ραθυμία αντικαθίσταται με πλημμυρίδα σκηνών λεκτικής-ψυχολογικής βίας. Ο δημιουργός αλλάζει μαεστρικά ταχύτητα μεταβαίνοντας από το ηθογραφικό σινεμά τεκμηρίωσης, στο θρίλερ και από εκεί στο υποδόριο δράμα που εξελίσσεται στον πυρήνα της δομής της παραδοσιακής ιρανικής μεσοαστικής οικογένειας. Το βλέμμα του στρέφεται στα ανώτερα στρώματα της ιρανικής κοινωνίας, παρακολουθώντας μια γυναίκα που βιώνει κρίση ταυτότητας. Με οικονομία στην αφήγηση, κάμερα στο χέρι, μινιμαλιστική γραφή και γνωρίζοντας εκ βαθέων τους κώδικες του νατουραλισμού, μιλά για μια γενιά που μάχεται ανάμεσα στο παραδοσιακό παρελθόν και στο παρόν. Περιγράφει τις συμβάσεις των ανθρώπινων σχέσεων. Μικρά ψέματα μεγάλες αλήθειες. Αυθεντικότητα μηδέν. Μικροαστική υποκρισία στο έπακρο. Συμβαίνει παντού. Γιατί όχι και στο Ιράν?

Αξιολόγηση: ****

(Π.Α.)

Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2009

Κριτική Ταινιών Πρώτης Προβολής...4

(500) ΜΕΡΕΣ ΜΕ ΤΗ ΣΑΜΕΡ

Σκηνοθεσία: Μαρκ Γουέμπ
Παίζουν: Τζόζεφ Γκόρντον Λέβιτ, Ζόι Ντεσανέλ
Διάρκεια: 95’

Σάμερ: Είμαστε σαν τον Σιντ και την Νάνσυ… (το ομώνυμο φιλμ του Άλεξ Κοξ)
Τομ: Ο Σιντ μαχαίρωσε τη Νάνσυ 7 φορές…Εμείς έχουμε διαφορές αλλά δεν είμαι τόσο άγριος σαν το Σιντ.
Σάμερ: Εγώ είμαι ο Σιντ…

Απ’ την αρχή του φιλμ μπαίνουμε στον αιμοβόρο κόσμο μιας σχέσης. Εδώ έχουμε πόλεμο με πραγματικά πύρα. Η λύση του Μεσανατολικού παιχνιδάκι μπροστά στη σχέση ανδρός και γυναικός. Σταυρόλεξο είναι οι σχέσεις. Όσα τετράγωνα κι αν γεμίσεις, ΠΑΝΤΑ θα προκύπτουν νέα. Η αρετή του φιλμ η πλήρης αντιστροφή. Η γυναίκα το ισχυρό φύλο. Το άρρεν ασθενές, χαμένο στη μετάφραση. Το βλέπουμε συνέχεια να αναβιώνει στο σελιλόιντ. Απ΄ το «High Fidelity» μέχρι το περσινό «Χυμαδιό». Συμβαίνει ολοένα και συχνότερα. Γυναίκες να κατασπαράζουν άντρες. Να τους παίρνουν το σκαλπ. Ανδρικά αθύρματα σε αδίστακτα γυναικεία χέρια…

Το στόρυ του φιλμ, εφτά λέξεις. Αγόρι συναντά κορίτσι. Το ερωτεύεται. Εκείνο όχι. Ετούτος ο αριστοτεχνικός παιάνας στην ανεκπλήρωτη αγάπη ξεκινά απ’το…τέλος. Το ζευγάρι πιασμένο χέρι χέρι δείχνει τόσο ταιριαστό. Αλίμονο. Έχουν προηγηθεί μεγατόνοι θυμού και εκρήξεων. Η αρχιτεκτονική του φιλμ ευφυής. Ο Γουέμπ λαξεύει με την κινηματογραφική του σμίλη ένα πάζλ με εναλλακτικό τίτλο «Κοίτα τους άντρες όταν πέφτουν». Αψηφά τις αφηγηματικές κοινοτοπίες, τη γραμμική αφήγηση και αποφεύγει τα κλισέ. Ακολουθεί την πλοκή του «Πρωτάρη» για να περιγράψει τις 500 μέρες του ζευγαριού. Χρησιμοποιώντας αφηγηματικό back and forth (πρώτα η ημέρα 490, μετά η μέρα 002 κ.ο.κ.) πετυχαίνει πολλά. Πρώτον να μας θυμίζει τη νομοτέλεια που διέπει τις ερωτικές σχέσεις. Δεύτερον το γλαφυρό στοιχείο να υπερτερεί της θλίψης. Κι αυτό γιατί η αφήγηση μέχρι τα μισά, σημαδεύει μόνο τα καλά εικοσιτετράωρα του ντουέτου. Τρίτον η άρνηση της Σάμερ στην οντολογική αξία του έρωτα αίρει τον κομφορμισμό του θεατή μιας κομεντί .

Με ξέφρενο ρυθμό και με αρωγό το μέγιστο soundtrack ο σκηνοθέτης υπερβαίνει τα στεγανά της χολιγουντιανής κομεντί. Με σινεφιλικές αναφορές και με μια εκπληκτική σεκάνς picture in picture με τις Προσδοκίες απ’τη μια και την Πραγματικότητα απ’την άλλη, το φιλμ κάνει τα βλέφαρά σου να υγρανθούν. Οι ταινίες και τα τραγούδια φταίνε για το μύθο της μίας και μοναδικής, για το πεπρωμένο. Όσοι πιστεύουν ακόμη ας κοπιάσουν. Mέχρι τότε «Colour my life with the chaos of trouble»

Αξιολόγηση: ****

(Π.Α.)

Κριτική Ταινιών Πρώτης Προβολής...3

ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟ ΚΑΛΕΣΜΑ

Σκηνοθεσία: Αντριάν Σιταρού
Παίζουν: Αντριάν Τιτιένι, Ιωάννα Φλόρα, Μαρία Ντινουλέσκου
Διάρκεια: 84’

«Τα μυστικά του σινεμά είναι και αυτά εικόνες» διέτεινε ο Εμπειρίκος. Μια ρήση που ταιριάζει γάντι σε τούτο το χαμηλότονο «low budget» μεν, εμπύρετο αισθητικά και σεναριακά δε, φιλμ με προέλευση την καλπάζουσα ρουμάνικη κινηματογραφία. Ο πρωτοεμφανιζόμενος Αντριάν Σιταρού με το «Κυριακάτικο Κάλεσμα» του (Αργυρός Αλέξανδρος στο 49ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης) αφηγείται την ιστορία ενός ζευγαριού που ξεκινά μια μονοήμερη εκδρομή στην εξοχή. Από απροσεξία η κοπέλα θα κτυπήσει με το αμάξι τους μια νεαρή πόρνη. Αυτή παραζαλισμένη από το χτύπημα, αυτοπροσκαλείται στην παρέα τους και πριν καλά-καλά το συνειδητοποιήσουν αρχίζει να τους κάνει τη ζωή δύσκολη. Με μια λιτή κινηματογράφηση υποβοηθούμενη από μια ψηφιακή handheld κάμερα και δίχως δραματουργικά κλισέ το φιλμ καθηλώνει το θεατή σε μια προοδευτική αγωνία με ένα υποβόσκων σασπένς να αιωρείται πάνω από τους ήρωες μέχρι το ανοιχτό φινάλε. Τι ακριβώς έγινε? Ποια η ταυτότητα της κοπέλας που ξαφνικά εμφανίστηκε και το ίδιο ξαφνικά χάθηκε?

Ο πανούργος Ρουμάνος (που σίγουρα έχει μελετήσει μέχρι μυελού των οστέων τον μινιμαλισμό του σινεμά του Καουρισμάκι), χρησιμοποιώντας στην ουσία το ελάχιστο (τρία πρόσωπα και μερικά φυσικά τοπία απαράμιλλης ομορφιάς) πετυχαίνει το μέγιστο. Τραμπαλίζει διαρκώς τις ανασφάλειες των πρωταγωνιστών του σ’ ένα παιχνίδι κρυμμένων παθών αποσκοπώντας να πείσει τους θεατές ότι η πραγματικότητα είναι υποκειμενική. Έχει την εκδοχή που της προσδίδει ο καθένας. Το σινεμά άλλωστε είναι η τέχνη της εξαπάτησης, η τέχνη της (οφθαλμ-)απάτης. Και το πετυχαίνει αυτό με υποκειμενικά, διαρκώς εναλλασσόμενα, πλάνα των ηρώων, με παραμορφωτικές γωνίες λήψεις, με ψήγματα από θρίλερ, με μακρόσυρτους «αιμοβόρους» διαλόγους. Χωρίς συναισθηματικά τρυκ συμπυκνώνει σε ετούτο το φιλμικό mindgame την «εγκεφαλικότητα» των ανθρώπινων σχέσεων. Χωρίς δράμι μελοδραματισμού και με έμμεσες αναφορές σε θρησκευτικές πεποιθήσεις, φιλοτεχνεί ένα αλληγορικό υπαρξιακό δράμα για την έλλειψη εμπιστοσύνης που προκαλεί το ψέμα. Για το καθωσπρεπισμό των μικροαστών, για τη «διάβρωση» της κοινωνίας.

Αξιολόγηση: ***

(Π.Α.)

Κριτική Ταινιών Πρώτης Προβολής...2

2012

Σκηνοθεσία: Ρόλαντ Έμεριχ
Παίζουν: Τζον Κιούζακ, Αμάντα Πιτ, Τσιουιτέλ Ιτζαϊοφόρ
Διάρκεια: 158’

Άλλη μια χορταστική ταινία καταστροφής ή ένα ακόμη μελόδραμα που λιώνει στις δαγκάνες του αφόρητες κοινοτοπίες, σαχλούς συμβολισμούς και δεν αιφνιδιάζει κανέναν, παρά μόνο τους θεατές που αρέσκονται στην κατανάλωση τεραστίων ποσοτήτων ποπ-κορν κατά τη διάρκεια της θέαση μιας ταινίας...? Μάλλον το δεύτερο, αν και το 2012 κάνει και κάποια βήματα, μπουσουλάει για την ακρίβεια και στα μονοπάτια της πρώτης εκδοχής.

Στο τελευταίο εσχατολογικό έπος του, ο Έμεριχ που έχει δοκιμαστεί σε υπερθεάματα βιβλικής συντέλειας («Επόμενη Μέρα») τοποθετεί χρονικά το στόρυ της ταινίας του (το ποιό…?) στη σημαδιακή ημερομηνία 2012. Τότε που σύμφωνα με «έγκριτους» επιστήμονες το τέλος ενός ηλιακού κύκλου το 2012 θα σημάνει ανεπανόρθωτες ζημιές στο φλοιό της Γης, αντιστροφή των πόλων, ενεργοποίηση ηφαιστείων, σεισμούς, κύματα κ.α. κυβερνήσεις των ισχυρών χωρών το γνωρίζουν και έχουν ήδη κατασκευάσει κιβωτούς ασφαλείας. Η «Αποκάλυψη» πλησιάζει και στη μέση της βρίσκεται μια οικογένεια. Ο Έμεριχ, στο στοιχείο του, ήτοι ένας εκκωφαντικός ορυμαγδός ψηφιακά επεξεργασμένων θεαματικών καταστροφών (εφέ high quality), σε σεναριακό οίστρο τοποθετεί το πρωταγωνιστικό ζευγάρι να καυγαδίζει για τα όσα τους χωρίζουν, ενώ το Σύμπαν χάνεται και το πάτωμα του σουπερμάρκετ που βρίσκονται ανοίγει στα δύο. Τα πάντα καταρρέουν, οι σεναριακές τρύπες χάσκουν χαιρέκακα, αλλά οι ήρωές του σαν κατσαρίδες επιβιώνουν. Και όχι μόνο αυτό. Η δυσλειτουργική πρωταγωνιστική οικογένεια επανασυνδέεται…O tempora, o mores. Και δίπλα σε αυτούς παρακολουθούμε με τα μάτια μας πρησμένα από τα 158 ανελέητα λεπτά overdose καταστροφής και άλλους χάρτινους χαρακτήρες να ετοιμάζονται για το τλος του κόσμου: τον πρόεδρο των ΗΠΑ, έναν Ρώσος μεγιστάνας κτλ. Η παρουσία χαρακτήρων στο φιλμ, εντελώς περιττή, καθώς αυτό τελικά που μένει στο τέλος είναι οι εικόνες ενός πλανήτη που αποσυντίθεται σαν χάρτινος πύργος και σαρώνεται από τα μεγαλοδύναμα στοιχεία της φύσης.

Αξιολόγηση: *

(Π.Α.)

Κριτική Ταινιών Πρώτης Προβολής...1

ΚΥΝΟΔΟΝΤΑΣ

Σκηνοθεσία: Γιώργος Λάνθιμος
Παίζουν: Χρήστος Στέργιογλου, Μισέλ Βάλει, Αγγελική Παπούλια, Μαίρη Τσώνη
Διάρκεια: 95’

Κυνόδοντας: To μεγαλύτερο σε ύψος δόντι, αιχμηρό στην άκρη του. Επιπλέον «επικίνδυνη» και «στενάχωρη» ταινία με τον εξής κανόνα να διέπει τις σχέσεις μεταξύ των ηρώων: “Ένα παιδί είναι έτοιμο να εγκαταλείψει το σπίτι του όταν πέσει ο δεξιός ή ο αριστερός κυνόδοντας, δεν έχει σημασία κι ύστερα ξαναβγεί”. Το στόρυ δύο γραμμές: Γονείς και τρία παιδιά κατοικούν σε ειδυλλιακό σπίτι με πισίνα και ατμόσφαιρα διαφήμισης του ‘80. Στα παιδιά δεν επιτρέπεται να βγουν απ’ το σπίτι. Ο πατέρας- μισθώνει μια κοπέλα για να ξεδιψάσει τις ορμόνες του γιου και χωρίς να το ξέρει, σπέρνει το χάος. Η κοπέλα κάνει ένα δώρο στη μεγάλη κόρη και ζητάει ως αντάλλαγμα ένα σεξουαλικό δώρο τινάζοντας τη φαινομενική νηνεμία στον αέρα. Ο Γ.Λάνθιμος, 4 χρόνια μετά τις πρωτοποριακές αισθητικά γωνίες λήψης της «Κινέττα(ς)» επιστρέφει με μια σκανδαλιστικά must seen ταινία. Ένα σινε-μνημείο αποστασιοποίησης από τους πρωταγωνιστές του φιλμ. Μια σατιρική αλληγορία επικών με θέμα την καταπίεση του –σεξουαλικού κυρίως- ενστίκτου. Με κάμερα νυστέρι χειρουργεί το θεσμό της Αγίας Οικογένειας. Τον στριμώχνει και τον κονιορτοποιεί μέχρι να τον βγάλει νοκ άουτ. Επιτέλους…

Η καλοδουλεμένη μηχανή του σκηνοθέτη ένα ιδιότυπο κράμα αισθητικής και ιδεολογικής αρτιότητας. Με μαεστρία βετεράνου ελίσσεται από το θρίλερ στο ψυχολογικό δράμα. Αγκαζάρει μια «κρυστάλλινη» αφήγηση με ψήγματα Μπονιουελ-ικού σουρεαλισμού και Ντραγιερ-ικής μεταφυσικής (τετράγωνο Π. Διαθήκης ήτοι Θεός-Πρωτόπλαστοι-Αμαρτία-Τιμωρία) για να διηγηθεί ένα μανιφέστο κατά της υποτιθέμενης οικογενειακές θαλπωρής. Με γυρισμένη την πλάτη στη νατουραλιστική αναπαράσταση της κοινωνίας και με βλέμμα παγκόσμιο, τραβά επιδέξια το χαλί της οικουμενικής συνθήκης όλων των οικογενειών που θέλει να επεμβαίνουν, ώστε ο έξω κόσμος να επηρεάσει τα παιδιά τους το λιγότερο δυνατό. Η οικογένεια του Λάνθιμου φτιάχνει ένα στρατό από ηλιθίους με κριτήρια την ημιμάθεια και το φόβο. Με εκπαίδευση αποστραγγισμένη από συναίσθημα και με λεκτικές παρανοήσεις, οδηγεί τα παιδιά της στο παράλογο. Μέχρι η πραγματικότητα τα μολύνει. Κι η εσωτερική βία μεταλλαχθεί σε σωματική. Διότι η πλαστή αρμονία πάει ασορτί με την εσωτερική ασυμμετρία. Έξω κούκλα, Μέσα πανούκλα. Η οικογένεια ένα κουκούλι που υποθάλπει φασιστικές τάσεις και διαστρεβλώνει την ανθρώπινη συμπεριφορά. Μπορεί οι προθέσεις να είναι καλές, το αποτέλεσμα όμως…τέρας του Φρανκεστάιν. Μια κοινωνία που πέφτει. Ραγδαία. Οι γονείς με τη ψυχολογική βία σπρώχνουν τα παιδιά τους στον αυτισμό. Μια φυλακή πολυτελείας είναι η οικογένεια διατείνεται ο δημιουργός ρίχνοντας στη φιλμική σκακιέρα όλα τα συστατικά τα οποία συνθέτουν τον τρόπο με τον οποίο ασκείται η ΕΞΟΥΣΙΑ…
Το μπαλάκι πέφτει στην μεριά του (υποψιασμένου) θεατή. Αντέχετε?

Αξιολόγηση: *****

(Π.Α.)