Δευτέρα 7 Ιουνίου 2010

Κριτική Ταινιών Πρώτης Προβολής...17

COCO AVANT CHANEL

Σκηνοθεσία: Αν Φοντέν
Παίζουν: Οντρέ Τοτού, Αλεσάντρο Νίβολα
Διάρκεια: 105’

Δύο στα δύο για τη sui generis προσωπικότητα της Κοκό Σανέλ. Pas mal…Μέσα σε ενά-μιση χρόνο δυο ταινίες για τη μυθική σχεδιάστρια μόδας. Τη δόξα του Ζαν Κουνέν και του «Chanel Coco & Igor Stravinsky», ζήλεψε η Γαλλίδα Αν Φοντέν και υπέγραψε ετούτο το συμπαθητικό και ιδιόμορφο biopic με άρωμα «μέικ απ» και όρους lifestyle περιοδικού. Το στόρυ πιστό σ’ αυτό που αναφέρει ο τίτλος. Ποια ήταν η Κοκό δηλαδή πριν αποκτήσει το διάσημο επώνυμό της. Η αφήγηση ξεκινά από τα παιδικάτα της Σανέλ, όταν βρέθηκε με την αδερφή της σε ορφανοτροφείο, αναμένοντας, εις μάτην, την καθιερωμένη κυριακάτικη επίσκεψη του πατέρα τους. Καθώς περνάν τα χρόνια οι δύο αδερφές σκαρφίζονται τρόπους για να βγάλουν χαρτζιλίκι. Έτσι καταλήγουν να τραγουδούν σε παρηκμασμένα μπαράκια, μέχρι που η αδερφή της Κοκό παντρεύεται, αφήνοντας την μετέπειτα πιο επιδραστική ίσως σχεδιάστρια μόδας, να εισβάλλει μετά από ένα απίστευτο προσωπικό αντισυμβατικό ταξίδι στο χώρο της «υψηλής» κοινωνίας. Με πάταγο φυσικά.

Δυστυχώς το φιλμ από πάταγο καλλιτεχνικό πέρασε και δεν ακούμπησε. Παρότι το κοινωνικό, πολιτικό και ιστορικό περιβάλλον που διατρέχει την εποχή που ακουμπά το φιλμ, προσφέρεται για ιδεολογική και ηθογραφική προσέγγιση, η σκηνοθετική πυξίδα της Φοντέν κολλά πεισματικά στα ωραιοπαθή πλάνα, στην επιτυχημένη σκηνική αναπαράσταση εποχής και στα όμορφα κοστούμια. Όλα τα άλλα περνάν επί της οθόνης σαν ένα βιαστικό και ανυπόμονο Viewmaster. Κάτι πάει να γίνει με το ταξικό μίσος που κυριεύει τη Σανέλ, όχι από ιδεαλισμό – η Κοκό αντιλαμβάνεται το κοινωνικό της περιβάλλον ως ζούγκλα και αποφασίζει να παίξει με αυτούς τους όρους- αλλά και αυτό εξατμίζεται τάχιστα. Αλίμονο όμως εάν μια «βιογραφία» κινηματογραφική έμενε στη φιλοτέχνηση ενός «ιστορικού» προσώπου με νατουραλιστικά χρώματα. Αυτό ο εύκολος δρόμος που ακολουθεί και η δημιουργός. Ακαδημαϊκό σινερομάντσο θυμίζει το φιλμ δίχως στάλα δραματικής κορύφωσης. Και το χειρότερο είναι ότι η Σανέλ παρουσιάζεται από τη σκηνοθέτιδα εντελώς ανισ-σόροπη σε βαθμό που να εκτίθεται στα μάτια των θεατών. Άλλοτε την ωραιοποιεί και άλ-λοτε την παρουσιάζει γραφική. Αμηχανία διαχείρισης υλικού με συνέπεια ένα άνισο και άρρυθμο φιλμ. Υπάρχουν βέβαια τα ελαφρυντικά ότι το φιλμ εστιάζει στον αρχικό, μη αβανταδόρικο βίο της πρωταγωνίστριας (εξ ου και το υποκοριστικό coco…), γι’ αυτό και η καθίζηση του, η συναισθηματική. Η Φοντέν προσπάθησε να αποτυπώσει σε κινηματογραφικό καρέ τα πρώτα χρόνια της μεγάλης κυρίας της μόδας, όπως και ο Ολιβιέ Νταχάν στη βιογραφία της Εντιθ Πιαφ στο «Lα Mome». Αποστήθισε το «Σπουργίτι» αλλά οι μόνες ομοιότητες των δύο ταινιών εντοπίζονται στις σπουδαίες προσωπικότητες των δύο γυναικών. Σχηματικός ο χαρακτήρας της Τοτού μπροστά στην τόλμη και στη γενναιοδωρία που προικίστηκε κινηματογραφικά η Πιαφ της Κοτιγιάρ. Η σκηνοθετική ατολμία του «Coco avant Chanel» σε συνδυασμό με την αναίτια σχοινοτενή αφήγηση της αρχής, τον καιρό δηλαδή που η Σανέλ έμενε νιώθοντας αφόρητη μοναξιά, στην έπαυλη του αριστοκράτη Ετιέν Μπαλσάν (έξοχος ο Μπενουά Πελβούρ), δημιουργεί όχι εσφαλμένα την εντύπωση ότι αυτή η γυναίκα αποκλείεται να ήταν επαναστάτρια σε μια κοινωνία αρκετά πουριτανική. Ελάχιστα μας πείθει ότι η Κοκό υπήρξε ασυμβίβαστη με τους κανόνες της αστικής τάξης και κυνηγούσε την περιπέτεια και το ρίσκο σε κάθε της βήμα. Πλήρης απομυθοποίηση με τη δημιουργό να υποβιβάζει και να διαστρεβλώνει την προσωπικότητα της μεγάλης κυρίας της ευρωπαϊκής haute couture.

Εκεί που ευτύχησε η γαλλίδα σκηνοθέτιδα είναι η επιλογή της Τοτού σε ένα ρόλο μακριά από τη γλυκύτητα της «Αμελί» και με μια τραχιά κομψότητα που ταιριάζει στα πρώιμα ώριμα χρόνια της Κοκό Σανέλ. Και φυσικά στη τελική υπαινικτική βιντεοκλιπίστικη σεκανς, που σβήνει προς στιγμή τα προηγούμενα κακώς κείμενα. Στα συν το μουσικό score του Αλεξάντερ Ντεσπλά.

Αξιολόγηση: ***

(Π.Α.)

Δεν υπάρχουν σχόλια: